Συνέντευξη
στην εφημερίδα Ελευθερία Λάρισας στον
Νικ. Νάκο
“Παντελής
Γκίνης : ένας αιωνόβιος αγιογράφος
ανάμεσά μας”
Η
ιστορία μιας γόνιμης ζωής σαν παραμύθι
Υπάρχουν
πολλών λογιών συνομιλίες : με ανθρώπους
που τις περισσότερες φορές δε σε ακούν,
με τον εαυτό σου, που δεν θέλεις να τον
ακούσεις, με τα ζωντανά, που χρειάζεται
δύναμη και άσκηση.
Μα
υπάρχουν και κάποιες άλλες ξεχωριστές
συνομιλίες που εύκολα κανείς δεν τις
κάνει. Όπως λόγου χάρη να συζητάς με
έναν αιωνόβιο. Με έναν αιωνόβιο που ...
τάχει τετρακόσια, είναι καλλιτέχνης
και σου μιλάει για μια ζωή πούναι
παραμύθι, σου μιλάει για την τέχνη που
είναι σκέτη μαγεία ... Ε, τότε η συνομιλία
αξίζει να καταγραφεί.
Κάπως
τυχαία συνάντησα στην Λάρισα τον
αγιογράφο Παντελή Γκίνη, έναν από τους
παλιότερους Λαρισαίους.
Γεννημένος
το 1888 στη Δάρδα της Βόρειας Ηπείρου,
πατριώτης του ήρωα μητροπολίτη Δαρδαίου,
ήρθε στην Λάρισα, σχεδόν παιδί και
“άπλωσε ρίζες και κλαδιά” κι έδωσε σ'
αυτή τη γη παιδιά και έργο, στους ανθρώπους
της, που σήμερα τ' αναθυμάται με περηφάνεια.
Ο
Παντελής Γκίνης υπήρξε ένας από τους
πρώτους – ίσως ο πρώτος - αγιογράφος
της Λάρισας και ο μόνος από τους πρώτους
της λαρισινής αγιογραφίας που ζει κι
είναι τόσο ζωντανός σαν νεαρός. Το έργο
του πλούσιο και γόνιμο, υποβλητικό και
κατανοητό δόθηκε μ' αγάπη σε πλήθος
εκκλησίες στην υπόλοιπη Ελλάδα και στο
εξωτερικό.
Από
το 1911 που ήρθε στη Λάρισα ο γερό-Παντελής
Γκίνης, πέρασε λεβέντικα όλα τα δύσκολα
χρόνια που σημάδεψαν αυτή την πόλη κι
έγινε ένα με την ιστορία της, με την
τέχνη της.
Η
κουβέντα μας ήταν απλή, υποβλητική,
κατανυκτική, θάλεγε κανείς, με φόντο
μερικές από τις αγιογραφίες που τούμειναν
ακόμη στα χέρια του. Τις αγαπάει και
μιλάει γιαυτές σαν νάναι παιδιά του.
Είναι ένα μέρος από τη ζωή του, από το
παρελθόν, ένα γόνιμο παρελθόν δεμένο
άρρηκτα με την τέχνη, με την ζωγραφική
με την αγιογραφία.
ΤΟ
ΕΡΓΟ ΤΟΥ
Ο
γέρο-Παντελής Γκίνης, δεν ζωγράφισε με
το παραδοσιακό
βυζαντινό στυλ. Ακολούθησε το δυτικό ύφος της αναγεννησιακής αγιογραφίας, αλλά η τεχνική του δεν υστερεί σε τίποτε από την κατάνυξη της βυζαντινής τεχνοτροπίας. Γύρεψε - και τα κατάφερε – να εκφράσει τον παραδοσιακό μας πλούτο με ένα ύφος που επικρατούσε στην εποχή του. Αλλά ο ταλαντούχος καλλιτέχνης αφήνει τη σφραγίδα του πάνω σ' αυτό που κάνει με οποιοδήποτε τρόπο κι αν δημιουργεί. Μια τέτοια σφραγίδα έχουν τα ζωγραφικά έργα και οι αγιογραφίες του Παντελή Γκίνη. Τη σφραγίδα ενός γόνιμου ταλέντου που η φρεσκάδα του είναι η ίδια με τη νεανική του, έστω κι αν σήμερα ο δημιουργός τους πλησιάζει τα 100. Όταν μιλάει ο γερό-Παντελής για τη ζωγραφική του νομίζεις ότι τον βλέπεις να ζωγραφίζει.
βυζαντινό στυλ. Ακολούθησε το δυτικό ύφος της αναγεννησιακής αγιογραφίας, αλλά η τεχνική του δεν υστερεί σε τίποτε από την κατάνυξη της βυζαντινής τεχνοτροπίας. Γύρεψε - και τα κατάφερε – να εκφράσει τον παραδοσιακό μας πλούτο με ένα ύφος που επικρατούσε στην εποχή του. Αλλά ο ταλαντούχος καλλιτέχνης αφήνει τη σφραγίδα του πάνω σ' αυτό που κάνει με οποιοδήποτε τρόπο κι αν δημιουργεί. Μια τέτοια σφραγίδα έχουν τα ζωγραφικά έργα και οι αγιογραφίες του Παντελή Γκίνη. Τη σφραγίδα ενός γόνιμου ταλέντου που η φρεσκάδα του είναι η ίδια με τη νεανική του, έστω κι αν σήμερα ο δημιουργός τους πλησιάζει τα 100. Όταν μιλάει ο γερό-Παντελής για τη ζωγραφική του νομίζεις ότι τον βλέπεις να ζωγραφίζει.
Η
ΜΑΤΙΕΡΑ που χρησιμοποιεί θυμίζει τα
έργα μεγάλων αναγεννησιακών ζωγράφων.
Δένει τις μορφές με τον μουσαμά σφιχτά
κυκλικά. Τα χρώματα είναι τολμηρά και
καλοδουλεμένα και μοιάζουν τόσο νέα,
κι ας είναι δεκάδων ετών. Στις φυσιογνωμίες
δίνει μια ομορφιά που είναι συνυφασμένη
με κάποια δραματικότητα. Στα τοπία δίνει
βάθος και ένα μέλωμα σα να ζωγραφίστηκαν
ώρες ηλιοβασιλέματος ...
Ο
Παντελής Γκίνης έδωσε στα έργα του μια
προσωπική σφραγίδα, το ένστικτό του τον
βοήθησε να ξεπεράσει τις αντιγραφικές
“παγίδες” της αγιογραφίας και να γίνει
δημιουργός.
Σήμερα
στο κατώφλι του αιώνα το βλέμμα του
ζωηρό χαϊδεύει τρυφερά τα λιγοστά έργα
που του απέμειναν και μιλάει με νοσταλγία
για τις μέρες που είχε “και δύναμη και
νου”.
ΣΤΟ
ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ
Ο
μπαρμπα – Παντελής πήγε ή μάλλον τον
πήγαν στο Άγιο Όρος το 1903 σε ηλικία 15
ετών, όπου προσλήφθηκε σε ένα από τα 300
περίπου αγιογραφικά εργαστήρια που
υπήρχαν και άκμαζαν τότε στο Όρος. Τα
περισσότερα δούλευαν για λογαριασμό
της Αγίας Ρωσίας και στα μοναστήρια του
Άθω υπήρχαν πάνω από 3000 Ρώσοι μοναχοί.
Στη μεγάλη μοναστική πολιτεία έμεινε
πέντε χρόνια σπουδάζοντας την τέχνη
της αγιογραφίας στους καλύτερους
δασκάλους αυτής της τέχνης εκεί.
Η
ΦΥΓΗ
Το
1908, οι τουρκικές αρχές τον κάλεσαν να
υπηρετήσει στο στρατό, πράγμα που ο
20χρονος Παντελής Γκίνης δεν ήθελε ούτε
ν' ακούσει. Φρόντισε λοιπόν να το σκάσει
από τις τρουρκοκρατούμενες περιοχές
και να φύγει στην ελεύθερη Ελλάδα,
επωφελούμενος μιας γνωριμίας που είχε
με κάποιον Λαρισαίο έμπορο ονόματι
Παπαγεωργίου, ο οποίος τότε αγόραζε,
από το Άγιο Όρος, άμφια και εκκλησιαστικά
είδη.
Η
φυγή ήταν περιπετειώδης αλλά με καλή
κατάληξη. Πρώτα με καραβάκι και κατόπιν
με κάθε άλλο μέσο, ο νεαρός καλλιτέχνης
μας έρχεται στη Λάρισα το 1911, εγκαθίσταται
σ' ένα ξενοδοχείο, απέναντι από το
σημερινό κτίριο της Εθνικής Τράπεζας,
στην γωνία Κύπρου και Παπαναστασίου
και αρχίζει να ψάχνει για τον γνωστό
του έμπορο Παπαγεωργίου.
ΣΤΗ
ΛΑΡΙΣΑ
Φαίνεται
ότι η τότε Λάρισα – χωριό σωστό – τον
κράτησε με διαφόρους τρόπους. Τα χρόνια
που ακολούθησαν έκαναν τον βορειοηπειρώτη
φυγάδα, πραγματικό Λαρισαίο.
ΡΙΖΩΣΕ
πραγματικά, το νεαρό δενδράκι που
λέγονταν Παντελής Γκίνης.
Σήμερα
73 περίπου χρόνια μετά ο γερό-Παντελής
Γκίνης μας λέει ότι εδώ στη Λάρισα η
πρώτη του σκέψη ήταν να κάνει την τέχνη
του και το ταλέντο του, επάγγελμα για
να ζήσει. Οι καιροί ήταν δύσκολοι και
στρώθηκε λοιπόν στη δουλειά, πριν
τελειώσουν εντελώς τα λίγα χρήματα που
είχε στο πουγκί του.
Από
τότε δεν σταμάτησε να ζωγραφίζει ως το
1976.
Σ'
αυτές τις τρικυμισμένες δεκαετίες με
πολέμους, με πείνες με δυστυχίες, αλλά
και με όμορφες μέρες ο γερό-Παντελής
παντρεύτηκε (η γυναίκα του ήταν το γένος
Βλησσαρίδη) και έκανε τέσσερα παιδιά –
δυο αγόρια και δυο κορίτσια.
ΤΟ
“ΑΤΕΛΙΕ”
Το
τελευταίο μαγαζί-εργαστήρι (θα το
θυμούνται οι μεσήλικες και οι μεγαλύτεροι
Λαρισαίοι) ήταν στη γωνία Παπακυριαζή
και Παπαναστασίου απέναντι από την
οικία Χαρίτου τότε, που ανήκε στο
συμπατριώτη του Ηλία Κολέσκα ο οποίος
κατάγονταν απ' τη Δάρδα της Βορ. Ηπείρου.
Αυτό το “ατελιέ” το θυμάμαι ακόμα και
γω. Περνούσα απ' έξω παιδί και έβλεπα
τον γέρο – Γκίνης να στέκεται μπροστά
στο καβαλέττο του και να ζωγραφίζει
ασταμάτητα.
Έτσι
έδωσε απλόχερα ένα έργο πλούσιο και
γόνιμο.
Γέμισαν
αγιογραφίες του οι εκκλησίες Αγίου
Κωνσταντίνου, Ταξιαρχών, Αγίου Θωμά,
Αγίου Στυλιανού, Αγίου Μοδέστου της
Λάρισας, κι ακόμη ο Άγιος Χαράλαμπος
Ελευθερών, η Παναγία Κρανιάς Ολύμπου,
ο Άγιος Γεώργιος Γόννων, ο Άγιος
Κωνσταντίνος Συκουρίου, Γεννέσιον της
Θεοτόκου Σπηλιάς, Γεννέσιον Αιγάνης,
Αγ. Σπυρίδωνας Καλού Νερού, Ευαγγελισμός
Γερακαρίου, Αγία Παρασκευή Αθανάτης
Αγιάς, Άγιος Αντώνιος Αγιάς, όπου έκανε
σε τοιχογραφία μια παράσταση από την
1η Οικουμενική Σύνοδο, Μονή Αγάθωνος
Υπάτης, Μονή Ξενιάς όπου δούλεψε το έργο
“το ρόδον το αμάραντον”, επίσης σε
εκκλησίες στη Φαλάνη, στη Χρυσομηλιά,
Καλαμπάκας, στο Πουρνάρι Συκουρίου,
στον Άγιο Γεώργιο Τυρνάβου, στην Αγία
Φανερωμένη, στον Άγιο Δημήτριο, στον
Άγιο Στυλιανό Τυρνάβου, στον Άγιο Γεώργιο
Γόννων και πολλές άλλες.
ΠΕΡΙΠΟΥ
80 εκκλησίες δέχθηκαν αγιογραφίες και
τοιχογραφίες του Παντελή Γκίνη με
αναρίθμητα αφιερώματα.
Ακόμη
και στο εξωτερικό έφθασαν τα έργα του
Γκίνη. Στην Ευαγγελισμό της Θεοτόκου
στο Σίδνευ της Αυστραλίας, στον Άγιο
Ανδρέα της ίδιας πόλης και αλλού, με
παραγγελίες και αφιερώματα.
Ζωγράφιζε
πάντα σε μουσαμά ή σε ξύλο, σύμφωνα με
όλους τους γραπτούς και άγραφους κανόνες
της παραδεκτής τότε αναγεννησιακής
τεχνοτροπίας. Παράλληλα με την αγιογραφία,
ο Παντελή Γκίνης παρέδιδε και μαθήματα
ζωγραφικής σε νέους και κυρίως σε
δεσποινίδες της Λάρισας. Γύρω στ 1925-1930
το να μαθαίνει μια δεσποινίδα να
ζωγραφίζει ήταν περίπου σαν μόδα, όπως
έχουμε σήμερα το πιάνο ... Οι μαθητές του
λοιπόν ήταν πολλοί και σήμερα ο πιο
γνωστός είναι ο αγιογράφος Κώστας
Παπαγιαννόπουλος που στο μεταξύ η
τεχνοτροπία του πέρασε στο βυζαντινό
ύφος.
Δύσκολοι
καιροί ανάγκασαν τον καλλιτέχνη δουλευτή
να γίνει ακόμη και φωτογράφος. Από το
1925 ως το 1966, η τέχνη της φωτογραφίας,
ήταν καταφυγή για τον Παντελή Γκίνη,
όταν η αγιογραφία δεν είχε ... ψωμί.
Η
τέχνη όμως ήταν μαγνήτης. Ποτέ δεν άφησε
ο κυρ – Παντελής τα πινέλλα του. Δυστυχώς
το τεράστιο έργο του σκόρπισε. Λιγοστοί
πίνακές του και ελάχιστε αγιογραφίες,
κομμάτια μετρημένα στα δάχτυλα, βρίσκονται
στο σπίτι του, κληρονομιά στα παιδιά
του και στα εγγόνια του.
ΘΑΤΑΝ
ευχής έργο, αν η Μητρόπολη Λάρισας
συγκέντρωνε κάποτε αυτές τις αγιογραφίες
των παλιών αγιογράφων που για σειρά
ετών κόσμησαν τις εκκλησίες μας και
τόνωσαν το θρησκευτικό συναίσθημα των
χριστιανών σε δύσκολους καιρούς.
Μαι
συγκέντρωση καταγραφή τους και τοποθέτησή
τους σε ένα είδους αρχείου – μουσείου
δεν θα ήταν μόνο προοδευτική ενέργεια
αλλά και εκδήλωση τιμής για ανθρώπους
που δούλεψαν – σαν τον κυρ-Παντελή Γκίνη
– για το Θεό, την εκκλησία και τον
άνθρωπο, πολλές δεκαετίες.
Η
ΤΙΜΗ
Αλλά
κάποιος θυμήθηκε και τον γερο-καλλιτέχνη
μας. Πέρσι ο Δήμος Λάρισας παρουσίασε
έργα του στις εκδηλώσεις για τα “Αχίλλεια”
και τον τίμησε με τιμητική διάκριση
ΣΤΑ
95 χρόνια, δεν είναι ... κι αργά για τον
χαλκέντερο δάσκαλο ... Παντελή Γκίνη,
νάχουμε την ευχή του !
ΝΙΚ.
ΝΑΚΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου